e-mail



koukouraeugenia@hotmail.com


Τρίτη 3 Μαρτίου 2009

Π Ρ Ο Σ Ω Π Ι Δ Α (πρώτο μέρος)


ΠΡΟΣΩΠΙΔΑ ΔΙΨΑ ΓΙΑ ΖΩΗ ΔΙΧΩΣ ΤΕΛΟΣ
1ο μέρος



Στην Αίγυπτο λένε ότι ο Ηρακλής επέμενε να δει τον Δία, αυτός όμως δεν ήθελε να γίνει ορατός από εκείνον (να του φανερώσει δηλαδή το θεϊκό του πρόσωπο).
Στο τέλος όμως, επειδή ο Ηρακλής επέμενε πολύ, ο Δίας λένε, μηχανεύτηκε τα εξής: έγδαρε ένα κριάρι, του έκοψε το κεφάλι, το κράτησε μπροστά του και ντύθηκε το δέρμα του και έτσι παρουσιάστηκε.

Για το λόγο αυτό οι Αιγύπτιοι κατασκευάζουν το άγαλμα του Διός κριοπρόσωπο.
Από τους Αιγύπτιους το παρέλαβαν οι Αμμωνίτες, άποικοι Αιγυπτίων και Αιθιόπων των οποίων η γλώσσα είναι κράμα των δύο γλωσσών.
Οι Αιγύπτιοι αποκαλούν τον Δία Αμμούν, κι απ’ αυτό πήραν το όνομα τους Αμμώνιοι.
Επειδή ο θεός παρουσιάστηκε στον Ηρακλή ως κριάρι, οι Θηβαίοι της Αιγύπτου δεν θυσίαζαν τα κριάρια γιατί τα θεωρούσαν ιερά.

Μια φορά το χρόνο, κατά την εορτή του Διός σφάζουν ένα κριάρι, το γδέρνουν και ντύνουν με το δέρμα του το άγαλμα του Διός, όπως είχε ντυθεί ο θεός και μετά απ’ αυτό φέρνουν κοντά στο άγαλμα, άλλο το οποίο παριστάνει τον Ηρακλή. Αφού το κάνουν αυτό, αυτοί που ανήκουν στον ναό χτυπιούνται (χτυπούν τον εαυτό τους) σαν να πενθούν το κριάρι (θεό) 
και έπειτα το θάβουν μέσα σε ιερό φέρετρο.

Για τις μεταμφιέσεις των θεών ο Λουκιανός λέει ότι έγιναν εξ αιτίας του πολέμου και της επανάστασης των γιγάντων. Τότε οι θεοί φοβήθηκαν και ήρθαν στην Αίγυπτο, γιατί νόμισαν ότι εκεί θα κρύβονταν από τους εχθρούς τους.
Έτσι ο ένας απ’ αυτούς από τον φόβο του μεταμορφώθηκε σε τράγο, 
άλλος σε κριάρι άλλος σε άγριο θηρίο, ή πτηνό. 


Γι΄ αυτό ακόμη και τώρα οι θεοί διατηρούν τις μορφές που πήραν τότε.
Όλα αυτά βέβαια είναι γραμμένα στα άδυτα για περισσότερα από δέκα χιλιάδες (10.000) χρόνια.


Αν πας στην Αίγυπτο, τότε μόνο θα δεις πολλά σεβάσμια και αντάξια του ουρανού:
Τον Δία με πρόσωπο κριαριού.
Τον βέλτιστο (πάγκαλο) Ερμή κυνοπρόσωπο δηλαδή με πρόσωπο σκύλου.

Και τον Πάνα ολόκληρο με μορφή τράγου και κάποιον άλλο σαν ίβη ένα αιγυπτιακό πτηνό, το οποίο τρέφεται με σκουλήκια και υδρόβια ζώα, στο οποίο οι Αιγύπτιοι απένειμαν θεϊκές τιμές.
Και άλλον σαν κροκόδειλο ή σαν πίθηκο.
 
Ενώ ο θεός Δίας μεταμορφώθηκε και πήρε το πρόσωπο του κριαριού 
ο Ερμής μεταμορφώθηκε σε σκύλο:  
« μα τι έπαθε ο Ερμής και από νεαρούλης που ήταν έγινε κυνοπρόσωπος»; «μη το πολυψάχνουμε, γιατί εκείνος ξέρει καλύτερα τι κάνει».


Ο θεός λοιπόν παρουσιάστηκε στον άνθρωπο με προσωπίδα ζώου 
για να μην αποκαλύψει το αληθινό, το θεϊκό του πρόσωπο.

Κάποιοι άνθρωποι θέλησαν να παρουσιαστούν σαν θεοί στους άλλους ανθρώπους με τον εξής τρόπο: στην Αθήνα ο Μεγακλής κατηγορείτο πολύ από τους οπαδούς του, γι΄ αυτό ήρθε κρυφά σε συνεννόηση με τον Πεισίστρατο και του πρότεινε να τον βοηθήσει για να ανακτήσει την τυραννίδα εφ΄ όσον θα έπαιρνε ως σύζυγο την κόρη του. Ο Πεισίστρατος αποδέχθηκε την πρόταση και συμφώνησε με τους όρους, οπότε για να τον επαναφέρουν από την εξορία, κατέφυγαν στο εξής πάρα πολύ αφελές τέχνασμα (δεδομένου άλλωστε ότι οι Έλληνες ανέκαθεν διακρίνονταν από τους βαρβάρους, επειδή ήταν ευφυέστεροι και απαλλαγμένοι από την ηλίθια ευπιστία εκείνων) αν πράγματι κατά την εποχή εκείνη μέσα στην Αθήνα, της οποίας οι κάτοικοι φημίζονται ως οι ευφυέστεροι όλων των Ελλήνων, 
τόλμησαν να σοφιστούν τέτοιου είδους τέχνασμα.

Στον δήμο της Παιονίας υπήρχε γυναίκα η οποία ονομαζόταν Φύα, η οποία είχε ανάστημα τεσσάρων πήχεων μείον τριών δακτύλων (περίπου 171 εκατοστά), κατά τα άλλα όμως όμορφη στην όψη. Την γυναίκα αυτή την έντυσαν με πανοπλία, την ανέβασαν πάνω σε άρμα και της υπέδειξαν ποια στάση να κρατάει, ώστε να φαίνεται, όσο το δυνατόν πιο επιβλητική και μετά απ’ αυτά την έφεραν στην πόλη της Αθήνας. Είχαν αποστείλει κήρυκες ως προσκόπους, οι οποίοι όταν έφθασαν στην πόλη κήρυσσαν ότι τους είχαν διατάξει. Ιδού τι έλεγαν:

« ω Αθηναίοι, δεχτείτε με τιμές τον Πεισίστρατο, τον οποίο αυτοπροσώπως η Αθηνά ευδόκησε να τιμήσει, όσο κανέναν άλλο άνθρωπο και τον επαναφέρει στην Ακρόπολη της.»


διασκορπίστηκαν αυτοί στην πόλη και κήρυτταν τα παραπάνω, ενώ εν τω μεταξύ διαδόθηκε στα περίχωρα ότι η Αθηνά επαναφέρει τον Πεισίστρατο και επειδή οι κάτοικοι της πόλεως πίστεψαν ότι η γυναίκα εκείνη ήταν η ίδια η θεά απέτειναν προσευχές 
προς την Άνθρωπο (σαν να ήταν θεά) και υποδεχόταν τον Πεισίστρατο.

Κι ο θεός κατασκεύασε άνθρωπο σκιάχτρο, όμοιο με το πρωτότυπο του, όπως λέει ο Όμηρος:
«ο ασημοδόξαρος Απόλλωνας φτιάχνει γοργά ένα σκιάχτρο, 
με τον Αινεία τον ίδιο που 'μοιαζε και στ’ άρματα του ακόμα.»

Και για το πώς πρέπει να είναι αυτός ο άνδρας μας λέει ο Λουκιανός:
"το μαλλιαρό του το κορμί και η αγριάδα του δεν είναι άσχημα γιατί είναι αντρίκεια".

Η Μήδεια επίσης μεταμφιέστηκε δίνοντας στο πρόσωπο της μια άλλη όψη:
η Μήδεια με κάποιες ισχυρές αλοιφές έβαψε τα μαλλιά της λευκά και γέμισε το πρόσωπο και το σώμα της με ρυτίδες, ώστε όποιος την έβλεπε την θεωρούσε εντελώς γριά και αφού έπεισε ότι ήταν γριά καθάρισε – έβγαλε, την προσωπίδα και εμφανίστηκε χωρίς μάσκα.

Είπε λοιπόν σε μια θυγατέρα του Πελία να της φέρει καθαρό νερό, εκείνη εκτέλεσε αμέσως την εντολή της και λένε πως κλείστηκε σ’ ένα μικρό οικίσκο, όπου αφού έπλυνε ολόκληρο το σώμα της, το καθάρισε από τις επιδράσεις των φαρμάκων. Όταν αποκαταστάθηκε στην προηγούμενη κατάσταση κι εμφανίστηκε στον βασιλιά, προκάλεσε τεράστια κατάπληξη σ΄ όσους την είδαν, που πίστεψαν πως από κάποια θεία πρόνοια μεταλλάχτηκαν τα γηρατειά σε νεότητα κόρης και ομορφιά περίβλεπτη.

Ο μεγάλος Έλληνας φιλόσοφος Αριστοτέλης λέει ότι η τραγωδία είναι
«μίμηση πράξεως σοβαρής και τελείας».
Γι’ αυτό και ο πρώτος δραματουργός και ηθοποιός στον κόσμο, 
ο Θέσπις από την Ικαρία της Αττικής
«ψιμυθίω ετραγώδησεν»,
δηλαδή έπαιξε βαμμένος και πρώτος κατασκεύασε μάσκες, τις οποίες φόρεσε και μιμήθηκε θεούς και ήρωες – παραδείγματα προς μίμηση και κακούς, ως παραδείγματα προς αποφυγή.

Ο Αριστοφάνης αναφέρει ότι ο τραγικός ποιητής Ευριπίδης διατηρούσε στο σπίτι του την μεγάλη συλλογή ενδυμάτων και προσωπίδων τις οποίες χρησιμοποιούσαν οι ηθοποιοί στις τραγωδίες του όταν έπαιζαν διάφορους ρόλους.

Ο Ευριπίδης έγραφε ξαπλωμένος στο πάτωμα κι όχι ίσια για να κάνει τους ρόλους των ηθοποιών χωλούς, δηλαδή κουτσούς. Γι’ αυτό φορούσε τα κουρέλια και τα ελεεινά φορέματα για να καταλάβει πως είναι πραγματικά ο φτωχός. Στο σπίτι του διατηρούσε τα ενδύματα των ηθοποιών, δυστυχισμένων, άθλιων, φτωχών, χωλών (κουτσών), ζητιάνων και έκανε τους ηθοποιούς αλλιώτικους να μοιάζουν.
Ο τραγωδός διδάσκαλος λέει για την προσφορά της μίμησης:

«κι όσα δεν έχουμε από την φύση μας,
μας τα προσφέρει μαζεμένα η μίμηση»


και γι΄ αυτούς που μιμούνται την μορφή άλλων, τους ηθοποιούς και 
φορούν μάσκα και κρύβουν το πρόσωπο τους, τί κρύβουν στ΄ αλήθεια από κάτω;

Ο Μάγνης ο κωμωδιογράφος λέει:

«παράσερνε και ξερίζωνε τις βελανιδιές και τα πλατάνια και 
τους εχθρούς (στο θέατρο), αλλά στο συμπόσιο δεν ήταν τίποτε άλλο παρά 
η Συκοπέδιλη (από φθηνό και εύθραυστο ξύλο συκιάς) δωροδοκία".

Οι ηθοποιοί σύμφωνα με τον Λουκιανό:
«ύστερα περιτυλίχτηκαν το σεμνό όνομα της αρετής, ανασήκωσαν τα φρύδια τους, ρυτίδωσαν τα μέτωπα τους κι αφήνοντας μεγάλες (μακριές) γενειάδες, πηγαινοέρχονται με ψεύτικη αυστηρότητα, κρύβοντας αισχρά κατάπτυστα ήθη, μοιάζοντας πάρα πολύ με τους ηθοποιούς της τραγωδίας, που αν τους βγάλει κανείς τα προσωπεία και τις χρυσοστόλιστες στολές, αυτό που απομένει είναι ένα γελοίο ανθρωπάκι, που είναι έμμισθος σε θεατρικό αγώνα (διαγωνισμό θεάτρου) για επτά (7) δραχμές.
Και πως θα φιλήσεις τον ηθοποιό; Μα αφού βγάλει την μάσκα.

"αλλά όπως στο αυγό, μα τον Δία, το τσόφλι, πρέπει να της βγάλεις 
απ΄ το κεφάλι το λέμμα (το κέλυφος, το περίβλημα – μάσκα) και έτσι να την φιλήσεις".

Η προσωπίδα συνοδεύεται από περούκα, η οποία ονομάζεται περίθετος κεφαλή.


Στην Ελληνική γλώσσα η μάσκα ονομάζεται κόβαλο από το ρήμα κοβαλικεύω που σημαίνει παίζω το ρόλο του κατεργάρη, εξαπατώ. Η μάσκα λοιπόν είναι απάτη, δόλος και κόβαλος θεωρείται ο μασκαράς, ο δόλιος, ο απατεώνας σύμφωνα με τον κωμικό ποιητή Αριστοφάνη.

Το χρώμα της μάσκας είναι ανάλογο με το χρώμα του προσώπου του ανθρώπου, ανάλογα με την κοινωνική του κατάσταση, την ψυχική του διάθεση ή το φύλο του ανθρώπου που παριστάνει:
Η ιδανική γυναίκα πρέπει να είναι σαν την Γαλάτεια,
«λευκόν τυρώ και γάλακτι και καλλίστη και λευκοτάτη»
δηλαδή
«λευκή σαν το τυρί και το γάλα και η ωραιότερη και η πιο άσπρη.»

Οι νέοι είναι καλύτερα να κοκκινίζουν από ντροπή παρά να κιτρινίζουν από τον φόβο τους,
«γιατί ο φόβος κιτρινίζει τα μάγουλα».

Ο ποιητής Μάγνης, ένας από τους πρώτους οι οποίοι δημιούργησαν την αρχαία κωμωδία
«βαπτόμενος βατραχειοίς»,
βαφόταν δηλαδή πράσινος σαν βάτραχος.


Όπως διηγούνται, ο Θησέας μεταμφίεσε άνδρες σε γυναίκες. 
Λένε δηλαδή ότι ο Θησέας δεν είχε πάρει μαζί του στην Κρήτη όλες τις παρθένους που κληρώθηκαν για να γίνουν τροφή για τον Μινώταυρο, αλλά μεταξύ τους υπήρχαν και δύο νεαροί με γυναικεία μορφή, αλλά εύρωστοι και ανδρείοι και πρόθυμοι στην ψυχή. Αυτούς λοιπόν με θερμά λουτρά και αφού τους κράτησαν στην σκιά, με αλοιφές στα μαλλιά και κάθε δυνατή επιμέλεια ώστε να γίνει απαλό το δέρμα και το χρώμα, αφού τους άλλαξε όσο ήταν δυνατόν με παρθένους και να μην φαίνονται καθόλου ότι διαφέρουν, τους κατέταξε μεταξύ των παρθένων, χωρίς να το αντιληφθεί κανείς. Και όταν επέστρεψε, συμμετείχε της πομπής και αυτός - και οι νεαροί – ντυμένος κατά τον ίδιο τρόπο, όπως ντύνονται όπως φορούν τα κλήματα που ονομάζονται ισχοί.

Τα φορούν προς τιμήν του Διονύσου και της Αριάδνης εις ανάμνησιν του μύθου ή μάλλον γιατί επέστρεψαν στην Αθήνα όταν γινόταν η συγκομιδή των καρπών.

 
Και οι γυναίκες θέλησαν να μοιάσουν με άνδρες, 
γι’ αυτό μεταμφιέστηκαν σε άνδρες στις εκκλησιάζουσες του Αριστοφάνη.
Πρώτα – πρώτα δεν ξύρισαν τις μασχάλες τους, και άφησαν τρίχες πιο πυκνές και από δάσος. Όταν έφευγε ο άνδρας τους άλειφαν με λάδι όλο το σώμα τους και καθόταν όλη μέρα στον ήλιο για να μαυρίσουν. Πέταξαν πρώτα απ΄ όλα το ξυράφι για να μαλλιάσουν ολόκληρες για να μη μοιάζουν καθόλου με γυναίκες και φόρεσαν ψεύτικα γένια. Στα πόδια τους είχαν Λακωνικές αρβύλες, στα χέρια τους κράτησαν ανδρικά μπαστούνια ή ρόπαλα και στο σώμα τους φόρεσαν ανδρικά φορέματα. Επίσης δεν έκαιγαν τις τρίχες του αιδοίου τους με λυχνάρι.

          Οι Φωκείς λέει ο Ηρόδοτος έστειλαν ανδριάντα στους Δελφούς για το μάντη τους Τελλία 

ο οποίος καταγόταν από την Ηλεία, γιατί προς όφελος τους σοφίστηκε το εξής:
όταν οι Φωκείς περικυκλώθηκαν από τους εχθρούς τους, τους Θεσσαλούς στον Παρνασσό, άλειψε με γύψο εξακόσιους (600) άνδρες, τους άριστους των Φωκέων, καθώς και τα όπλα τους και μ΄ αυτούς επιτέθηκε μέσα στη νύχτα κατά των Θεσσαλών που πανικοβλήθηκαν. Στη συνέχεια πανικοβλήθηκαν και όλοι οι στρατιώτες των Θεσσαλών οι οποίοι νόμισαν ότι έβλεπαν τέρατα.

Ο μάντης Τελλίας χρησιμοποίησε την προσωπίδα για πρώτη φορά ως παραλλαγή – καμουφλάζ, για στρατιωτικούς σκοπούς και είχε πολλή μεγάλη επιτυχία.




Δεν υπάρχουν σχόλια: